- σφαιρηδόν
- Αεπίρρ. σαν σφαίρα («ἧκε δὲ μιν σφαιρηδὸν ἑλιξάμενος», Ομ. Ιλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. βαθμ-ηδόν)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σφαιρηδόν — like a sphere indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περισφαιρηδόν — Α επίρρ. σφαιρηδόν*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + σφαιρηδόν (< σφαῖρα)] … Dictionary of Greek
-ηδόν — πρόκειται για κατάλ. επιρρημάτων τής Αρχαίας που αποτελεί παρεκτεταμένη με η μορφή τού επιθήματος δον, που σχηματίστηκε με μετακίνηση τών ορίων τού επιθήματος από τύπους τών οποίων το θέμα έληγε σε η : αγελη δόν > αγελ ηδόν. Τόσο το επίθημα… … Dictionary of Greek
σφαίρα — Γεωμετρικό σώμα, η επιφάνεια του οποίου είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων που απέχουν εξίσου από ένα σημείο, το κέντρο. Ακτίνα είναι η σταθερή απόσταση του κέντρου από οποιοδήποτε σημείο της σφαιρικής επιφάνειας· χορδή, ένα τμήμα που έχει τα… … Dictionary of Greek